Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #59  
Παλιά 22-12-19, 14:23
Το avatar του χρήστη AVATARGR-1
AVATARGR-1 Ο χρήστης AVATARGR-1 δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 31-12-2013
Περιοχή: ΑΘΗΝΑ
Μηνύματα: 2.132
Προεπιλογή

Συνέχεια.....

Μια άλλη παρόμοια περίπτωση ήταν αυτή του αρματολού Arnold Paole, από το
χωριό Meduegna της Σερβίας, όπου το 1726 σκοτώθηκε σε μια συμπλοκή.
Λίγα χρόνια πριν τον θάνατό του, είχε πέσει στα μιαρά χέρια ενός βρυκόλακα,
κοντά στα σύνορα της Σερβίας και είχε υποστεί τα πάνδεινα, μέχρι να καταφέρει να του ξεφύγει.

Τριάντα μέρες ακριβώς από την ταφή του Arnold Paole, ξέσπασε μια ολέθρια
επιδημία μυστηριωδών θανάτων, κατά την οποία 17 συγχωριανοί του
απεβίωσαν, φέροντας παράδοξα σημάδια στον λαιμό τους και παρουσιάζοντας
ενδείξεις στραγγαλισμού.

Ο διοικητής της περιοχής, στον οποίον αναφέρθηκαν τα παραπάνω, διέταξε
την άμεση εκταφή του πτώματος του Arnold Paole και την ενδελεχή εξέτασή
του από γιατρό, σαράντα μέρες μετά τον ενταφιασμό του.

Αφού τον ξέθαψαν, είδαν κατάπληκτοι και συγκλονισμένοι πως τα μαλλιά, τα
γένια και τα νύχια του είχαν μεγαλώσει και ότι από τις φλέβες του έτρεχε
διαρκώς αίμα στο σάβανο, με το οποίο ήταν τυλιγμένος.
Έτσι, του έμπηξαν έναν πάσσαλο στην καρδιά και ο βρυκολακιασμένος Paole
έβγαλε μια δυνατή, φρικιαστική κραυγή, που τους πάγωσε από τον τρόμο.

Τα ίδια έγιναν και με τέσσερις άλλους νεκρούς, για να μη μεταμορφωθούν κι εκείνοι σε απέθαντα δαιμόνια.
Μάλιστα, σε διάστημα τριών μηνών, προσεβλήθησαν και θανατώθηκαν
δεκαεφτά άνθρωποι κάθε ηλικίας από τον υποχθόνιο νεκροζώντανο.



Arnold Paole

Μια γυναίκα, λίγες μέρες πριν ξεψυχήσει, ξύπνησε κατά τα μεσάνυχτα,
τρέμοντας ολόκληρη από τον πανικό, ισχυριζόμενη ότι της είχε επιτεθεί στον
ύπνο της ένας νεκρός γείτονάς της και αποπειράθηκε να την αρπάξει απΆ τον λαιμό.
Επιπλέον, είχε εξακριβωθεί ότι ο βρυκόλακας Arnold Paole είχε επιτεθεί και σε
πολλά ζώα, τα οποία τα είχε σκοτώσει κι αυτά.

Ένας ακόμη βρυκόλακας φαίνεται πως υπήρξε στο χωριό Βαρμπόσκα της Βουλγαρίας, το 1816.
Ένας περιηγητής έγραφε πως μόλις έφτασε στο συγκεκριμένο χωριό μες στη
νύχτα, τον φιλοξένησε ένας πλούσιος προύχοντας, ονομαζόμενος Πογλονόβιτς.
Ο αρχοντοχωριάτης αυτός είχε μιαν όμορφη και νέα γυναίκα, αλλά και μια
πολύ χαριτωμένη κόρη, δεκαέξι μόλις ετών.

Μόλις τελείωσε το δείπνο τους, οι γυναίκες αποχώρησαν και ο περιηγητής με
τον οικοδεσπότη απόμειναν να συζητούν.
Έξαφνα, η συνομιλία τους διακόπηκε από σπαρακτικές κραυγές, που
προέρχονταν από τον κοιτώνα των γυναικών.
Οι δυο άντρες, που κατέφτασαν τρέχοντας, αντίκρισαν ένα οικτρό θέαμα.
Η οικοδέσποινα, ωχρή και λυσίκομη, κρατούσε στην αγκαλιά της την κόρη της,
που ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της και φώναζε έντρομη:
“Ένας βρυκόλακας! Ένας βρυκόλακας! Η δύσμοιρη κορούλα μου!”

Όταν, ύστερα από πολλές προσπάθειες, κατόρθωσαν να τη συνεφέρουν, τούς
διηγήθηκε η νεαρή κοπέλα πως είχε δει εντελώς ξαφνικά έναν άνθρωπο
κατάχλομο, τυλιγμένο με σάβανα, να μπαίνει μέσα από το παράθυρό της.

Ευθύς, ρίχτηκε επάνω της με παράφορη ορμή και τη δάγκωσε στον λαιμό, προσπαθώντας να την πνίξει.

Πιθανώς φοβήθηκε από τις φωνές της κοπέλας και τράπηκε σε βεβιασμένη
φυγή, πριν προλάβει να ολοκληρώσει το ειδεχθές έργο του.

Αν και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του νυχτερινού εισβολέα δε φάνηκαν
καθαρά, η σοκαρισμένη θυγατέρα, εν τούτοις, νόμισε ότι αναγνώρισε κάποιον
συγχωριανό της, που, όμως, είχε πεθάνει δέκα μέρες πριν.

Οι γονείς της, τότε, φρόντισαν να κρεμάσουν στο σπίτι όσα φυλαχτά διέθεταν.
Η υπόλοιπη νύχτα κύλησε με ανησυχία και ταραχή.

Μόλις ξημέρωσε, όλοι οι άντρες του χωριού, αφού ενημερώθηκαν για το
γεγονός, οπλίστηκαν με τουφέκια και χαντζάρια, οι γυναίκες με πυρωμένα
σίδερα, τα παιδιά με ραβδιά και κατευθύνθηκαν σύσσωμοι προς το
νεκροταφείο, με ξεφωνητά και κατάρες εναντίον του νεκρού συγχωριανού τους.
Μόλις σήκωσαν το σκέπασμα του φέρετρου, έριξαν πάνω στο κεφάλι του με
μιας τουλάχιστον είκοσι πυροβολισμούς, που το διέλυσαν, σκορπίζοντας
ολόγυρα τα μακάβρια κομμάτια.

Συγχρόνως, ο πατέρας και οι στενοί συγγενείς της κοπέλας άρχισαν να
χτυπούν με μανία τον νεκρό με τα πλατύστομα μαχαίρια τους, ενώ οι γυναίκες
έβαφαν στο αίμα του ένα πανί, για να τρίψουν ύστερα με αυτό τον λαιμό της
άρρωστης, ώστε να ιαθεί.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 03/04/1932…



Ευχαριστώ.
__________________
ΑΝ ΝΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΜΗΝ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ....
Το αληθινό νόημα της φώτισης είναι να κοιτάς όλη τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια [Καζαντζάκης Νίκος]
Απάντηση με παράθεση